Συνολικές προβολές σελίδας

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ-ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ-ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Η οικογένειά του είναι μια παλαιότατη Βυζαντινή οικογένεια που έφυγε κάποτε από το Βυζάντιο κι εγκαταστάθηκε στο Αρχαίο Δάλμαιο, στις Δαλματικές ακτές κι αργότερα στο Capo d' Istria, απ' όπου πήρε και το όνομά της διότι παλαιότερα λεγότανε Vittori. O πατέρας του ονομαζότανε Αντόνιο Μαρία Βιτόρι Καποδίστρια κι η μητέρα του ήταν από την Κύπρο, ονομαζότανε Διαμαντίνα (Αδαμαντία) Γονέμη. Έτσι ο Καποδίστριας ήταν μίγμα Κέρκυρας και Κύπρου κι αυτό έδωσε σφραγίδα στην εν συνεχεία συμπεριφορά του. Η οικογένεια Καποδίστρια είναι γνωστή κι από άλλους προγόνους του που αναφέρονται σε γεγονότα πριν και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο Νικόλαος Καποδίστριας, είχε διαθέσει τεράστια ποσά στη Κωνσταντινούπολη για ν' απελευθερωθούν πολλοί Κρήτες που είχαν αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους μετά την επανάσταση του 1669 κι είχαν οδηγηθεί στη Βασιλεύουσα. Ο Αλεβίζος Καποδίστριας που ξεσήκωσεν επανάσταση στη Βόρειο Ήπειρο επικεφαλής των κατοίκων της Χιμάρας με τη βοήθεια Ενετών, αλλά κι άλλοι επίσης αγωνιστές που προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες.
     Ο πατέρας του Καποδίστρια σπούδασε στην Ιταλία στο Πατάβιον (σήμερα Πάντοβα) Νομικά. Εδώ πρέπει να τονίσω πως όσα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν στην Ρουμανία, Αυστρία κι Ιταλία την εποχή 1300-1500 κι ανέτηξαν τις επιστήμες (Πανδιδακτήρια ονομάζονταν τότε κι αργότερα Πανεπιστήμια) ιδρύθηκαν όχι από Ρουμάνους, Αυστριακούς ή Ιταλούς, αλλά από Έλληνες, ιδίως από τη Μικρά Ασία. Αφού λοιπόν σπούδασε στην Ιταλία επέστρεψε στη Κέρκυρα κι άρχισε να ασχολείται μ' επαναστατικά κινήματα. Αυτός συνέταξε το 1800, μετά την υποτυπώδη απελευθέρωση της Κέρκυρας και τη θέση της υπό την υψηλή ηγεμονία του Σουλτάνου το πρώτο Σύνταγμα. Πήγε μάλιστα στην Κωνσταντινούπολη, το υπέβαλε στο σουλτάνο κι αυτός το αποδέχτηκε.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 11 Φεβρουαρίου 1776 την περίοδο της Ενετοκρατίας. Ο πατέρας του Αντώνιος - Μαρία καταγόταν από οικογένεια ευγενών, καθώς ένας από τους πρόγονούς του είχε λάβει τον τίτλο του Κόμη από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ τον Β'. Ο τίτλος εισήχθη στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d' Oro) των ευγενών της Κέρκυρας το 1679 και έλκει την καταγωγή του από το ακρωτήριο Ίστρια της Αδριατικής, το σημερινό Κόπερ της Σλοβενίας. Η οικογένεια της μητέρας του Διαμαντίνας (Αδαμαντίας) Γονέμη, ήταν επίσης εγγεγραμμένη στη «Χρυσή Βίβλο» από το 1606.
Ο νεαρός Ιωάννης σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παταβίας (Πάντοβα) της Ιταλίας. Το 1797 εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του Κέρκυρα και άσκησε το επάγγελμα του ιατρού - χειρούργου. Δύο χρόνια αργότερα, όταν η Ρωσία και η Τουρκία κατέλαβαν για λίγο τα Επτάνησα, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου. 
Το 1801 τα Επτάνησα αυτονομούνται και ο Ιωάννης Καποδίστριας γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της Ιονίου Πολιτείας, σε ηλικία 25 ετών. Η Μεγάλη Ιδέα της ανασύνταξης της Μεγάλης Ελλάδας γεννήθηκε εκείνη την εποχή στα Επτάνησα.Χάρη στην πολιτική του οξυδέρκεια και πειθώ απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλονιάς, που θα είχε απρόβλεπτες στη συνοχή του νεότευκτης πολιτείας. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση επί το δημοκρατικότερο του επτανησιακού συντάγματος, που είχαν επιβάλει Ρώσοι και Τούρκοι υπό τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα». 
Το 1802 ιδρύει την Ιατρικήν Εταιρεία της Κέρκυρας, που τελικά υπήρξε κι ο πρώτος ελληνικός ιατρικός σύλλογος Από τότε αποκτά στενούς δεσμούς με τη Ρωσική Αυλή. Το 1803, με την ψήφιση του Δημοκρατικού Συντάγματος που συνέταξε ο Ιωάννης Καποδίστριας, Πρόεδρος της Γερουσίας εξελέγη ο κόμης Θεοτόκης και Γενικός Γραμματέας της Επικράτειας (Καγκελάριος) ανέλαβε ο Ιωάννης Καποδίστριας σε ηλικία 27 ετών. Λίγους μήνες μετά, ο Θεοτόκης πέθανε και πρακτικά, μόνος Κυβερνήτης της Ιονίου Πολιτείας ήταν ο κόμης Ιωάννης, ενώ ο πατέρας του αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική σκηνή. 
  Oι Ναπολεόντειοι πόλεμοι δεν άλλαξαν μόνο το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, αλλά προκάλεσαν έντονες ανακατατάξεις και στα κατεχόμενα από τους Οθωμανούς Βαλκάνια. Η ρωσο-τουρκική συνεργασία στα Επτάνησα κράτησε πολύ λίγο. Ο Ναπολέων κατευθυνόμενος στην Αίγυπτο, εξασφάλισε τη φιλία της Τουρκίας, την οποία σκόπευε να χρησιμοποιήσει κι ως δύναμη αντιπερισπασμού των δυνάμεων της Ρωσίας. Η ρωσική διπλωματία απαντώντας, προκάλεσε τη Σερβική Επανάσταση του 1803, ενώ ακολουθώντας γαλλικές συμβουλές, η Τουρκία επετέθη στους πιθανούς Έλληνες επαναστάτες (επιχειρήσεις του Αλή Πασά κατά των Σουλιωτών, 1803-1804, και σφαγή των Καπεταναίων της Πελοποννήσου κατά τη διάρκεια της οποίας εξοντώθηκαν οι περισσότεροι Κολοκοτρωναίοι, ενώ ο Θεόδωρος σώθηκε στη Ζάκυνθο με τη βοήθεια των Μούρτζινων της Μάνης).
Τον Μάρτιο του 1807 εστάλη στη Λευκάδα, την οποία απειλούσε με κατάληψη ο Αλή Πασάς. Αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού, αποτρέποντας την απειλή. Εκεί γνωρίστηκε με τους οπλαρχηγούς Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Ανδρούτσο και Μπότσαρη, που αργότερα θα πρωτοστατήσουν στην Επανάσταση του '21.
Tο 1807 , στα Νησιά ξανάρχονται οι Γάλλοι. Ο Καποδίστριας αποσύρεται. Ο Δ. Ρώμας όμως, μαζί με τον Κολοκοτρώνη, προτείνουν στο Γάλλο διοικητή των Νησιών τη συγκρότηση στρατιωτικής δύναμης, που θα εξοπλιζόταν από τους Γάλλους για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Η Επανάσταση θα ήταν ελληνο-τουρκική. Σύμμαχος του Κολοκοτρώνη ήταν ο Λαλαίος Τούρκος Αλη-Φαρμάκης. Το σχέδιο σταματάει το 1809, όταν καταλαμβάνουν τα νησιά οι 'Αγγλοι κι ο Καποδίστριας φεύγει για τη Ρωσία. Είχεν ήδη προσκληθεί, μετά την παράδοση της Επτανήσου από τον Τσάρο στον Ναπολέοντα το 1807 με τη συνθήκη του Τελσίτ, στην Αγία Πετρούπολη από τον τότε Υπουργό Εξωτερικών του Τσάρου Ρουμιάντσεφ, με την μεσολάβηση του Ζακυνθινού κόμη Γεωργίου Μοτσενίγου, για να ενταχθεί στη ρωσική Διπλωματική Υπηρεσία. Η φλόγα της «Μεγάλης Ιδέας» αναθερμάνθηκε μετά τη νίκη της Ρωσίας κατά του Ναπολέοντα.
Τον Ιανουάριο 1809 ο Καποδίστριας εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας, κατόπιν προσκλήσεως του Τσάρου Αλέξανδρου Α'. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, στην πρώτη του μεγάλη αποστολή, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε 19 αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) ως συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας.
Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης, που έθεσε της βάσεις της «Ιεράς Συμμαχίας», ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας, αποτελώντας το φιλελεύθερο αντίβαρο στην αντιδραστική πολιτική του αυστριακού πρίγκιπα Μέτερνιχ. Πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, καθώς και τη διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Μετά τις μεγάλες του διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822. Το 1817 η Φιλική Εταιρία του πρότεινε ν' αναλάβει την αρχηγία της επανάστασης στην Ελλάδα. Τον επισκέφτηκε στην Πετρούπολη εκ μέρους της Φιλικής Εταιρίας ένας ύποπτος τυχοδιώκτης, ο Ν. Γαλάτης (μακρινός ανηψιός του Καποδίστρια κι ένας από τους πρώτους που στρατολογήθηκαν από τον Σκουφά) και του ζήτησε ν' αναλάβει την αρχηγία της. Εκείνος όχι μόνον αρνήθηκε, αλλά και με αυστηρό τρόπο μίλησε στο Γαλάτη, τονίζοντάς του ότι τα σχέδιά τους μπορούν να παρασύρουν το έθνος στην καταστροφή. Αρνήθηκε, όχι γιατί ήταν φίλος της Οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα, αλλά γιατί από τη φύση του αντιπαθούσε τις επαναστατικές μεθόδους πάλης όπως επίσης και γιατί πίστευε πως η επιλογή δεν ήταν κατάλληλη για την έκρηξη της Εθνικής Επανάστασης. Επιπλέον είχε τη γνώμη ότι μια επανάσταση που θα στηριζόταν σε νέες δυνάμεις δεν θα έφερνε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο Γαλάτης εκτελέστηκε από τον Δημητρόπουλο, κατ' εντολή του Τσακάλωφ, κοντά στις Σπέτσες.Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ξέχασε τη γενέτειρά του και τα Επτάνησα, που είχαν περάσει κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1819 μετέβη στο Λονδίνο και προσπάθησε ματαίως να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση να μετριάσει το αυταρχικό καθεστώς που είχε επιβάλει στα Ιόνια Νησιά.
Στο τέλος του 1819 ή τις αρχές του 1820, ο Καποδίστριας δέχθηκε στην Πετρούπολη τον Ξάνθο που του πρότεινε ν' αναλάβει την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας, μα και πάλι αρνήθηκε (η ακριβής ημερομηνία δεν είναι απόλυτα διασταυρωμένη) και του υπέδειξε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως ένα πιθανό καλό ηγέτη. Ο ίδιος ο Υψηλάντης, στην επιστολή του λίγο πριν τον θάνατό τους προς τον Τσάρο Νικόλαο Α' το 1827, γράφει ότι ο Καποδίστριας τον συμβούλευσε και τον παρακίνησε να ξεκινήσει (Δεσποτόπουλος, "Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας & Η Απελευθέρωση Της Ελλάδας", 1996). Όπως γράφει η Ανίτα Πρασά:

    "Ο Καποδίστριας θέλησε να χρησιμοποιήσει τον Υψηλάντη, επειδή ήταν στρατηγός του ρωσικού στρατού και οικείος του Αυτοκράτορα και με την έναρξη των εχθροπραξιών θα επιδεινώνονταν οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας, ώστε να μπορέσει ο Καποδίστριας να παρασύρει τον Τσάρο σε πόλεμο με την Τουρκία".
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του, καθώς είχε διαφωνήσει ανοιχτά με τον τσάρο Αλέξανδρο, που καταδίκαζε κάθε επαναστατική κίνηση στην Ευρώπη, πιστός στις αποφάσεις της Ιεράς Συμμαχίας. Το 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του στη δημιουργία της Ελβετικής Ομοσπονδίας, λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη. Παρέμεινε εκεί έως το 1827, βοηθώντας ποικιλοτρόπως το επαναστατημένο έθνος.
Στις 30 Μαρτίου 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, σε μία περίοδο που η Επανάσταση καρκινοβατούσε. Έπειτα από επίπονες διαβουλεύσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828, γενόμενος δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από τον λαό. Δύο ημέρες αργότερα μετέβη στην Αίγινα, η οποία είχε κριθεί καταλληλοτέρα από το Ναύπλιο ως προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης.
Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα υπήρξε αποκαρδιωτική, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο πολιτικό σκηνικό. Οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών κατά τη διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει, ενώ η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.
Ο Καποδίστριας εκλήθη να κυβερνήσει με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, αλλά ως οπαδός της πεφωτισμένης δεσποτείας πίστευε ότι τα Συντάγματα και τα Κοινοβουλευτικά Σώματα ήσαν πρόωρα για το ασύστατο ακόμα κράτος. Πρέσβευε εις την αρχή του ενός ανδρός, έστω και υπό προθεσμία. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι, κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το Πανελλήνιον, ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Στη σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο άμεσο μέλλον παραπεμπόταν η ψήφιση του νέου Συντάγματος. Ο Καποδίστριας εγκαινίασε την περίοδο της απολυταρχίας, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το Σύνταγμα του 1843.
Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα εντός της επικράτειας. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία.
Ερχόμενος στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Οργάνωσε, ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.
Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα. Ο Καποδίστριας αντιμετώπισε επιτυχώς την πειρατεία, αναθέτοντας στον ναύαρχο Μιαούλη την καταστολή της. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, καθώς και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.
Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε αποφασιστικά για τη γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Εισήγαγε πρώτος την καλλιέργεια της πατάτας, με ένα τρόπο που έδειχνε τη βαθειά του γνώση για τον ψυχισμό του Έλληνα εκείνης της εποχής. Διέταξε, λοιπόν, να αποθέσουν ένα φορτίο με πατάτες στο λιμάνι του Ναυπλίου και προέτρεψε τον καθένα να πάρει όσες θέλει. Συνάντησε, όμως, την παγερή αδιαφορία των πρωτευουσιάνων. Στη συνέχεια τοποθέτησε φρουρούς στο φορτίο και αμέσως σχεδόν στο Ναύπλιο κυκλοφόρησαν ψίθυροι ότι για να φυλάσσεται το φορτίο κάτι το πολύτιμο θα περιέχει. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν στο λιμάνι και λοξοκοίταζαν τις πατάτες. Άρχισαν σιγά-σιγά να τις κλέβουν κάτω από τη μύτη των φρουρών και στο τέλος έκαναν όλες φτερά. Δεν γνώριζαν, όμως, ότι ο Καποδίστριας είχε διατάξει τους φρουρούς να κάνουν τα στραβά μάτια. Με αυτή την ευφυή κίνηση, η πατάτα έγινε τότε μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.
Οι πολιτικές κινήσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια, τόσο των οπαδών του συνταγματικού πολιτεύματος, όσο και των προκρίτων και των ναυτικών. Η αίγλη που τον περιέβαλε άρχισε να διαλύεται. Η αδυναμία ικανοποιήσεως όλων των αιτημάτων, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση διεξαγωγής των εκλογών, έδωσαν την αφορμή για το σχηματισμό ισχυρής αντιπολίτευσης κατά του Κυβερνήτη. Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ακόμη ότι αγνόησε τη μακρά κοινοτική παράδοση της χώρας και θέλησε να μεταφυτεύσει από την αλλοδαπή θεσμούς, μη προσιδιάζοντες στην τότε πραγματικότητα.
Η πρώτη δυναμική αντιπολιτευτική ενέργεια ήλθε με τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829, που επιδίωκαν την ανατροπή του Καποδίστρια. Ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και προ του κινδύνου να συλληφθεί ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα» (τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου) και διέφυγε στην Ύδρα. Η αντίδραση κατά του Κυβερνήτη διογκωνόταν. Οι Μανιάτες αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους προς την κεντρική εξουσία και στασίασαν με τη σειρά τους.
Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας συν το χρόνω γινόταν όλο και πιο ευερέθιστος και δύσπιστος έναντι όλων. Δεν είχε την απαραίτητη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, με συνέπεια την αδικαιολόγητη όξυνση των προσωπικών παθών. Σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να αποδοθεί και ο σκληρός τρόπος συμπεριφοράς του κατά του γηραιού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό εξέθρεψε το μίσος και την ανάγκη εκδίκηση από την πλευρά των Μαυρομιχαλαίων.
Στις 5:35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου μετέβαινε για να εκκλησιασθεί και έπεσε νεκρός. Ο μόνος που τον συνόδευε ήταν ο μονόχειρας σωματοφύλακάς του, ονόματι Κοκκώνης.
Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης εφονεύθη επί τόπου από τους προστρέξαντες, οι οποίοι κυριολεκτικώς τον λυντσάρισαν. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία. Κατόπιν επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και εθανατώθη δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.
Στη θέση του δολοφονημένου Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος. Η χώρα είχε βυθιστεί στο χάος και την αναρχία και οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουν βασιλεία, φοβούμενες την επικράτηση ενός φιλελεύθερου κινήματος.
Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη, δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο επίσημος τίτλος του οποίου είναι Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ακόμη, ο Ιωάννης Καποδίστριας απεικονίζεται στο κέρμα των 20 λεπτών της ελληνικής έκδοσης του ευρώ, ενώ το σχέδιο διοικητικής αναδιοργάνωσης της χώρας που εισηγήθηκε η κυβέρνηση Σημίτη έλαβε το όνομά του («Πρόγραμμα Ι. Καποδίστριας»).

ΡΕΝΕ ΝΤΕΚΑΡΤ. ΑΥΤΟΣ Ο ΕΝΑΣ!

Φημισμένος μαθηματικός και φυσικός, ο Ρενέ Ντεκάρτ θεωρείται ο θεμελιωτής της σύγχρονης φιλοσοφίας, απορρίπτοντας τον μεσαιωνικό αριστοτελισμό και δίνοντας ώθηση με το έργο του στην Επιστημονική Επανάσταση.

Γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου 1596 στη Λα Χαι αν Τουραίν της Γαλλίας. Το 1606 ή 1607 στάλθηκε στο ιησουίτικο Collège Royal στην πόλη Λα Φλες, όπου η μόρφωση που πήρε συνδύαζε στοιχεία του πρώιμου αριστοτελικού σχολαστικισμού και της νέας ανθρωπιστικής έμφασης στη μελέτη της γλώσσας και της φιλολογίας. Ωστόσο, ο πυρήνας του εκπαιδευτικού προγράμματος ήταν η σπουδή της αριστοτελικής λογικής, μεταφυσικής, φυσικής και ηθικής. Ο Ντεκάρτ έφυγε από το Λα Φλες το 1614 ή 1615 και πήγε στο Πανεπιστήμιο του Πουατιέ, όπου απέκτησε πτυχίο Νομικής, κατά την επιθυμία του δικαστή πατέρα του. Στο πρώτο μέρος του Λόγου περί της Μεθόδου, αναφέρεται στην εκπαίδευση που έλαβε, την οποία χαρακτηρίζει εξαιρετικά ανεπαρκή. Στο τέλος, σχολιάζει, εγκατέλειψε το σχολείο απορρίπτοντας τα περισσότερα από αυτά που είχε διδαχθεί εκεί.

Κατά τη διάρκεια του Τριαντακονταετούς Πολέμου, κατατάχθηκε εθελοντικά στο στρατό του Ολλανδού ηγεμόνα Μαυρικίου του Νασσάου και από τη θέση του στρατιωτικού μηχανικού ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη, ακολουθώντας τα στρατεύματα. Σε ένα από τα ταξίδια του, στις 10 Νοεμβρίου 1618, συναντήθηκε με τον Ισαάκ Μπήκμαν. Ενθουσιώδης λάτρης της επιστήμης, ο Μπήκμαν εισήγαγε τον Ντεκάρτ σε μερικές από τις τότε πρόσφατες καινοτομίες της επιστήμης. Παρά το γεγονός ότι πέρασαν μόλις μερικούς μήνες μαζί, ο Μπήκμαν επηρέασε τον Ντεκάρτ για το υπόλοιπο της ζωής του. Κάποιες από τις συζητήσεις τους έχουν διασωθεί στις αναλυτικές σημειώσεις του Μπήκμαν, οι οποίες περιλαμβάνουν προβλήματα που έθετε ο Μπήκμαν στον Ντεκάρτ και τις λύσεις που ο τελευταίος έδινε. Ήταν για τον Μπήκμαν που ο Ντεκάρτ έγραψε την πρώτη του εργασία, Πραγματεία επί της μουσικής θεωρίας και της αισθητικής της μουσικής. Ακριβώς ένα χρόνο μετά την πρώτη του συνάντηση με τον Μπήκμαν, τρία όνειρα έπεισαν τον Ντεκάρτ ότι έπρεπε να αφιερωθεί στην επιστήμη, ως μαθηματικός και φιλόσοφος.

Κατά τη δεκαετία του 1620, ο Ντεκάρτ ασχολήθηκε με διάφορα θέματα, συμπεριλαμβανομένων των οπτικών και των μαθηματικών, που τελικά εξελίχθηκαν στην αναλυτική γεωμετρία. Στα οπτικά, ανακάλυψε τον νόμο της διάθλασης – τον μαθηματικό νόμο που συνδέει την γωνία πρόσπτωσης μιας ακτίνας φωτός σε ένα διαθλαστικό μέσο με τη γωνία της διάθλασης. Αν και ορισμένοι διατείνονται ότι ο Ντεκάρτ έμαθε τον νόμο από τον Σνελ, του οποίου το όνομα φέρει ο νόμος της διάθλασης, είναι γενικά αποδεκτό ότι ο Ντεκάρτ τον ανακάλυψε ανεξάρτητα. Στο μαθηματικό του πρόγραμμα, έδειξε πώς η άλγεβρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να λυθούν γεωμετρικά προβλήματα και πώς γεωμετρικές κατασκευές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να λυθούν αλγεβρικά προβλήματα.

Το πιο εκτενές έργο του Ντεκάρτ εκείνης της περιόδου είναι οι Κανόνες για την καθοδήγηση του πνεύματος, μια διατριβή για τη μεθοδολογία, την οποία επεξεργάστηκε μεταξύ 1619 και 1628, όταν και την εγκατέλειψε ημιτελή. Συνέχισε να ταξιδεύει στην Ευρώπη, επιστρέφοντας στο Παρίσι το 1625, όπου παρέμεινε μέχρι την άνοιξη του 1629. Στο Παρίσι, ο Ντεκάρτ συνδέθηκε στενά με τον Μαρίν Μερσέν, ο οποίος αργότερα έγινε κεντρική μορφή στη διάδοση της νέας φιλοσοφίας και επιστήμης στην Ευρώπη, ο οργανωτής ενός είδους επιστημονικής ακαδημίας καθώς και ο πνευματικός πάτρονας του Ντεκάρτ. Μέσα από την ογκώδη αλληλογραφία του με τον Μερσέν, ο Ντεκάρτ παρέμεινε συνδεδεμένος με όλους τους διανοούμενους σύγχρονούς του στην Ευρώπη.

Ένα σημαντικό γεγονός έλαβε χώρα εκείνη την περίοδο. Σε μία συγκέντρωση στο σπίτι του απεσταλμένου του Βατικανού στο Παρίσι, το 1628 ή 1629, ο Ντεκάρτ, απαντώντας στη διάλεξη περί αλχημείας κάποιου κου Σαντού, άδραξε την ευκαιρία να παρουσιάσει τις ιδέες του και τις αρχές πάνω στις οποίες βασιζόταν η φιλοσοφία του. Τα λόγια του τράβηξαν την προσοχή του Καρδιναλίου Μπερούλ, ο οποίος σε μια ιδιωτική συνάντηση παρότρυνε τον Ντεκάρτ να αναπτύξει τη φιλοσοφία του.

Την άνοιξη του 1629, ο Ντεκάρτ άφησε το Παρίσι και εγκαταστάθηκε στις Κάτω Χώρες όπου άφησε στην άκρη τη μεθοδολογία και ξεκίνησε με θέρμη να διατυπώνει τη φιλοσοφία του. Τον χειμώνα του 1629-30 ήταν απασχολημένος κατά κύριο λόγο με τη σύνθεση μίας μεταφυσικής πραγματείας που αντιπροσώπευε τα θεμέλια της φιλοσοφίας του. Αν και η πραγματεία έχει χαθεί, ο Ντεκάρτ δήλωσε στον Μερσέν ότι προσπάθησε «να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού και των ψυχών μας όταν αυτές χωρίζονται από το σώμα». Τότε ήταν που άρχισε να σχεδιάζει και το έργο του Ο Κόσμος, στο οποίο παρουσίαζε τη φυσική φιλοσοφία του και το οποίο προοριζόταν για δημοσίευση. Μέχρι το 1633, ο Ντεκάρτ είχε στα χέρια του μια σχετικά πλήρη εκδοχή της φιλοσοφίας του, από τη μέθοδο στη μεταφυσική, στη φυσική και τη βιολογία. Αλλά στα τέλη του 1633, άκουσε την καταδίκη του κοπερνικανισμού του Γαλιλαίου στη Ρώμη και προσεκτικά αποφάσισε να μην τυπώσει τον Κόσμο, το οποίο εμφανώς ήταν υπέρ του Κοπέρνικου. Τότε ήταν που αποφάσισε να μην δημοσιεύσει ποτέ τίποτα. Ωστόσο, η απόγνωση δεν κράτησε πολύ. Μεταξύ του 1634 και του 1636, ο Ντεκάρτ συγκέντρωσε κάποιο από το υλικό που είχε επεξεργαστεί και ετοίμασε τρία δοκίμια για δημοσίευση: Γεωμετρία, Μετέωρα και Διοπτρική. Αυτών των επιστημονικών δοκιμίων προηγούνταν μια γενική εισαγωγή, ο Λόγος περί της Μεθόδου, η οποία είναι ένα είδος αυτοβιογραφίας, μια αναφορά στη διαδρομή των σκέψεων του νεαρού συγγραφέα. Η Γεωμετρία είναι το σημαντικότερο έργο του Ντεκάρτ στα μαθηματικά.

Το επόμενο έργο του που δημοσιεύτηκε ήταν οι Στοχασμοί, το 1641, το οποίο περιλαμβάνει μια εκτεταμένη επιλογή στοχασμών διαφόρων Ευρωπαίων λογίων και οι απαντήσεις του Ντεκάρτ. Το 1644, είδαν το φως οι Αρχές Φιλοσοφίας.

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1630, το έργο του Ντεκάρτ είχε εισαχθεί στα ολλανδικά πανεπιστήμια και διδασκόταν στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης από τον Henricus Reneri αρχικά και στη συνέχεια από τον Henricus Regius. Οι μη αριστοτελικές απόψεις του Ντεκάρτ προκάλεσαν την οργή του Gisbertus Voëtius, που ξεκίνησε πόλεμο μέσω φυλλαδίων ενάντια στον Ντεκάρτ και τον Henricus Regius, ο οποίος δίδασκε τη φιλοσοφία του Ντεκάρτ. Ο Ντεκάρτ στην αρχή υποστήριζε τον Regius και τον συμβούλευε πώς να απαντά στις επικρίσεις. Τελικά, όμως, διαφώνησε μαζί του όταν ο τελευταίος δημοσίευσε το Fundamenta physics, για το οποίο ο Ντεκάρτ είχε σοβαρές επιφυλάξεις.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1640, ο Ντεκάρτ συνέχιζε να γράφει και να τυπώνει τις θεωρητικές αρχές της φιλοσοφίας του. Υπάρχουν σημαντικά έργα του που αφορούν την ηθική και την ηθική ψυχολογία. Κάποιο από αυτό το υλικό βρίσκεται στα γράμματά του προς την Πριγκίπισσα Ελισάβετ της Βοημίας, με την οποία διατηρούσε μακρά και σημαντική αλληλογραφία από το 1643. Οι απόψεις του για τα πάθη βρίσκονται στο τελευταίο έργο που τυπώθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του, Πάθη της Ψυχής, το οποίο εμφανίστηκε το 1649.

Με την εξαίρεση κάποιων μικρών ταξιδιών στο Παρίσι το 1644, 1647 και 1648, ο Ντεκάρτ παρέμεινε στις Κάτω Χώρες μέχρι τον Οκτώβριο του 1649, όταν προσκλήθηκε στη Στοκχόλμη ως μέλος της αυλής της Βασίλισσας Χριστίνας. Εκεί, αρρώστησε από πνευμονία στις αρχές του 1659 και πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς.
Σαν σήμερα, το 1650, έφυγε από τη ζωή ένας από τους επιφανέστερους διανοητές της ανθρωπότητας. Ο φιλόσοφος, μαθηματικός και φυσικός Ρενέ Ντεκάρτ, γνωστός και ως Καρτέσιος, είναι ο άνθρωπος που άλλαξε την πορεία της φιλοσοφίας και των επιστημών, συμβάλλοντας καθοριστικά στην Επιστημονική Επανάσταση του 17ου αιώνα. 
Ο Ρενέ ΝτεΚάρτ (René Descartes) γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του 1596 στη Γαλλία. Αν και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη νομική, ικανοποιώντας την επιθυμία του πατέρα του, ωστόσο δεν ασχολήθηκε ποτέ επαγγελματικά. Ο ίδιος επιθυμούσε να γνωρίσει τον κόσμο και να «κατακτήσει» την αλήθεια και αυτή την αλήθεια αναζήτησε μέσα από το έργο του.
Ωστόσο, σε αυτή την αναζήτηση συνειδητοποίησε ότι η κατάκτηση της αλήθειας προέρχεται μέσα από την ολική ανατροπή των δεδομένων, δηλαδή ο δρόμος της αμφιβολίας είναι ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στην βεβαιότητα.
Οι θεωρίες του ΝτεΚάρτ έρχονται ως απελευθέρωση του ανθρώπου της εποχής από την καταπίεση των δεδομένων που όριζε το παρελθόν. Με το ταξίδι του στις Κάτω Χώρες έρχεται σε επαφή με τον Isaac Beeckman, ο οποίος θα τον μυήσει στον κόσμο των μαθηματικών και της Φυσικής. Το όραμα του Ντεκάρτ ήταν η ανακάλυψη των θεμελίων της «Θαυμαστής Επιστήμης», η οποία θα συνέδεε τα μαθηματικά με την φυσική.
Οι αναλύσεις του αποτέλεσαν τα θεμέλια της αναλυτικής Γεωμετρίας, καθώς ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την έννοια του μεταβλητού μεγέθους και της μεταβλητής συνάρτησης, επιτυγχάνοντας την ένωση της γεωμετρίας και της άλγεβρας. Η Γεωμετρία του Ντεκάρτ με τη μέθοδο του συστήματος των συντεταγμένων που δημιούργησε και με τον τρόπο κατασκευής των καθέτων και εφαπτομένων στις επίπεδες καμπύλες, βοήθησε σημαντικά το έργο των Νεύτωνα, Λάιμπνιτς, Όιλερ και πολλών ακόμη, ανοίγοντας νέους δρόμους στην επιστήμη των μαθηματικών και της φυσικής.
Ο Ρενέ Ντεκάρτ υπήρξε αυτός που ερμήνευσε τον «πραγματικό αριθμό» ως σχέση οποιουδήποτε τμήματος ευθείας απέναντι στο μοναδιαίο μήκος, και ερμήνευσε τους αρνητικούς αριθμούς ως κατευθυνόμενες συντεταγμένες.
Επιπλέον, εισάγει τα σύμβολα x, y, z για τα μεταβλητά μεγέθη και τους συντελεστές a, b, c, καθώς και τον τρόπο γραφής των δυνάμεων, x4, a5 Επίσης διατύπωσε τον κανόνα των σημείων για τον προσδιορισμό του αριθμού των θετικών και των αρνητικών ριζών, έθεσε το πρόβλημα του αναγώγιμου, έδειξε ότι η εξίσωση τρίτου βαθμού επιλύεται με τον τετραγωνισμό και λύνεται με τη βοήθεια διαβήτη και κανόνα.
«Σκέφτομαι άρα υπάρχω»
Παράλληλα, ο ΝτεΚάρτ αφήνει ανεξίτηλο σημάδι και στη φιλοσοφία. Μέσα από τα σημαντικότερα έργα του «Λόγος περί της μεθόδου», «Στοχασμοί για την πρώτη φιλοσοφία» και «Αρχές φιλοσοφίας» προσεγγίζει τα ζητήματα της μεθόδου της γνώσης, της σχέσης σώματος-ψυχής και ύλης-πνεύματος, αλλά και το θέμα της ύπαρξης θεού, τον οποίο αποδέχεται ως το «τέλειο ον» και υποστηρίζει μέσω ενός «αφαιρετικού συλλογισμού» το αυταπόδεικτο της ύπαρξής του.
Ο ίδιος στο έργο του «Λόγος περί της μεθόδου» διατυπώνει το απόφθεγμα «σκέφτομαι άρα υπάρχω» και αναγνωρίζει την αξία της αμφιβολίας για την αποκάλυψη της μοναδικής αλήθειας:
«Μπορώ να αμφιβάλλω για όλα τα πράγματα που με περιβάλλουν και για όλα όσα σκέφτομαι. Οι άνθρωποι συχνά σφάλλουν στους συλλογισμούς τους ακόμα και σε απλά θέματα και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύω ότι οι αισθήσεις μου δεν με ξεγελούν ή ότι οι σκέψεις μου δεν είναι παρά σαν τα όνειρά μου όταν κοιμάμαι. Μπορώ να αμφιβάλλω λοιπόν για όλα όσα σκέφτομαι και πιστεύω, αλλά για ένα πράγμα σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να αμφιβάλλω, δηλαδή για το ότι αμφιβάλλω. Κατόπιν πρόσεξα πως, ενώ εγώ ήθελα να σκεφτώ έτσι, ότι όλα ήταν ψεύτικα έπρεπε αναγκαστικά, εγώ που το σκεπτόμουν, να είμαι κάτι. Και παρατηρώντας πως τούτη η αλήθεια: σκέπτομαι, άρα υπάρχω ήταν τόσο γερή και τόσο σίγουρη ώστε όλες μαζί οι εξωφρενικές υποθέσεις των σκεπτικών φιλοσόφων δεν ήταν ικανές να την κλονίσουν, έκρινα πως μπορούσα δίχως ενδοιασμούς να την παραδεχθώ σαν την πρώτη αρχή της φιλοσοφίας που αναζητούσα».
Μπορεί οι θεωρίες του Ντε Κάρτ να επικρίθηκαν εν μέρει από τους μεταγενέστερούς του -εμπειριστές- και να αξιοποιήθηκαν με ένα ιδιαίτερο τρόπο, ως κρηπίδωμα του ρεύματος του υλισμού, ωστόσο ήταν αυτές που «λύτρωσαν» τη φιλοσοφία από τις μεσαιωνικές προκαταλήψεις και άνοιξαν το δρόμο για την εποχή του Διαφωτισμοu 

http://www.tvxs.gr/news/%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1/%CF%81%CE%B5%CE%BD%CE%AD-%CE%BD%CF%84%CE%B5%CE%BA%CE%AC%CF%81%CF%84-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%B7%CF%84%CE%AD%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82